Τετάρτη 9 Ιανουαρίου 2013

Το χαμόγελο της Βεατρίκης


Φλωρεντία, 1293

 
 
 
Henry Holiday - Dante e Beatrice
Η κίνηση της φλόγας, του θύμισε τον τρόπο που ανέμιζαν τα καστανοκόκκινα μαλλιά της, στο ανοιξιάτικο αεράκι.
'Ηταν Πρωτομαγιά του 1274, όταν την είδε για πρώτη φορά – χαραγμένη βαθιά στη θύμησή του, η πρώτη συνάντηση. Εκείνος ήταν εννέα ετών κι η Βεατρίκη, οκτώ.
Δεν ξαναβρέθηκαν, παρά μονάχα μετά από εννέα χρόνια, όταν ο Δάντης ήταν πια δεκαοκτώ.
Τη συνάντησε στο γεφύρι, πάνω από τον 'Αρνο, καθώς προχωρούσε με δυο φίλες της προς το εκκλησάκι της Santa Margherita, για να προσευχηθεί.
Φορούσε μια φαρδιά, χρυσοκίτρινη πουκαμίσα και τα λαμπερά μαλλιά της, πλεγμένα σε χαμηλό κότσο, αναδείκνυαν την αγαλμάτινη επιδερμίδα του λαιμού της.
Ο 'Αρνος έκλεβε φως από τη λάμψη της και κόμπαζε διαρρέοντας την πόλη.
Η Βεατρίκη, καθώς περνούσε από δίπλα του, ένιωσε το διαπεραστικό του βλέμμα, έστρεψε το κεφάλι της προς αυτόν και τον χαιρέτησε. Είχαν περάσει χρόνια, αλλά τον θυμήθηκε.
Δεν ήταν μόνο το εξωτερικό κάλλος της, που αιχμαλώτιζε τις ματιές των περαστικών.
'Ηταν ο τρόπος που ακουμπούσε αβίαστα το βελούδινο βλέμμα της σε οτιδήποτε βρισκόταν γύρω της.
'Ηταν οι κινήσεις των δάχτυλών της ανάμεσα στα απεριποίητα τσουλούφια των μικρών παιδιών.
'Ηταν η ομορφιά της ψυχής της, που μεταμόρφωνε το 'άσχημο' σε 'όμορφο'.
'Ηταν ο τρόπος που σάλευε τα χείλη της λέγοντας ‘καλημέρα’.
Αυτό το σάλεμα των χειλιών, αλυσοδέθηκε για πάντα στην ψυχή του Δάντη...
Ποτέ δεν υπήρξε σαρκικός πόθος.  
Η ευγένεια της ψυχής της, τον είχε κατατροπώσει.

Τόσα χρόνια είχαν περάσει από τότε που η Βεατρίκη τον χαιρέτησε χαμογελώντας, αλλά η έντονη θύμηση εκείνης της στιγμής, ξεγελούσε τον αδυσώπητο χρόνο.
Κλεισμένος, μέρες, στην κάμαρή του και έχοντας για συντροφιά τη φλόγα ενός κεριού, δάμαζε τη θλίψη του για τον αναπάντεχο θάνατό της, στα 24 χρόνια της.
'Αρχισε να της συνθέτει σονέτα, δίχως σταματημό. Να την ξαναφέρει με κάποιο τρόπο ξανά στη ζωή, να την κάνει να περιφέρεται άμορφη κι αόρατη μέσα στις λέξεις.
Στα δάχτυλά του, κυλούσε άφθονο το μελάνι. Μια αλλόκοτη βιασύνη τον είχε συνεπάρει λες και επρόκειτο να τη συναντήσει ξανά στο γεφύρι και να της τα δώσει.
Οι λέξεις ξεγλιστρούσαν αθόρυβα από μέσα του σαν χιονονιφάδες σε κεραμίδια.
Τρύπωναν στην κάμαρή του και γίνονταν σονέτα, λίγο πριν τα κάψει η φλόγα.
«Vita Nuova» θα ονόμαζε τη συλλογή των σονέτων της. Μια «Νέα Ζωή» για την αγαπημένη του Βεατρίκη, ήταν ο ιδανικός τίτλος.

 
Το κερί είχε αρχίσει να λιώνει πια, αλλά αντιστεκόταν όσο μπορούσε για να μην κακοκαρδίσει τον ποιητή.
Στο ημίφως και στην απόλυτη ησυχία της κάμαρης, ακούστηκε ένας μικρός θόρυβος. Γύρισε προς το παράθυρο και πρόσεξε ότι το ένα παραθυρόφυλλο είχε ανοίξει από τον αέρα. Στο πρεβάζι, διέκρινε ένα κομμένο λουλούδι. Σαν εκείνο που κρατούσε η Βεατρίκη, τη δεύτερη φορά που την είδε.
Η φλόγα του κεριού δυνάμωσε...

 

 
Στης αγαπημένης μου, τα μάτια, φωλιάζει Αγάπη – Vita Nuova (κεφ. ΧΧΙ)

 
Στης αγαπημένης μου, τα μάτια, φωλιάζει Αγάπη,
όπου κι αν στρέψει το βλέμμα της, ευγένεια σκορπίζει˙
όπου κι αν διαβεί, όλοι γυρνούν και τη θαυμάζουν
και την καρδιά εκείνου που θα χαιρετήσει,
θα την κάνει να φτερουγίζει,
τόσο που, σκυφτός κι άχρωμος
θα αναστενάξει για κάθε του ψεγάδι.
Οργή κι υπεροψία, μπροστά της, εξαφανίζονται.
Γυναίκες, να την τιμήσουμε, βοηθήστε με.
Τρυφερότητα, ταπεινές σκέψεις
γεννιούνται στην καρδιά εκείνου που θα την ακούσει να μιλάει
κι όποιος πρώτος την αντικρίσει, μακάριος θα είναι.
Λόγια δεν υπάρχουν, ούτε μνήμη σθεναρή
για το χαμόγελό της,
θαύμα πρωτόγνωρο και με ευγένεια, γεμάτο.

 


Ne li occhi porta la mia donna Amore – Vita Nuova (cap. XXI)

Ne li occhi porta la mia donna Amore,
per che si fa gentil ciò ch’ella mira;
ov’ella passa, ogn’om ver lei si gira,
e cui saluta fa tremar lo core,

sì che, bassando il viso, tutto smore,
e d’ogni suo difetto allor sospira:
fugge dinanzi a lei superbia ed ira.
Aiutatemi, donne, farle onore.

Ogne dolcezza, ogne pensero umile
nasce nel core a chi parlar la sente,
ond’è laudato chi prima la vide.

Quel ch’ella par quando un poco sorride,
non si pò dicer né tenere a mente,
sì è novo miracolo e gentile.